Χρειάζομαι άδεια για να τοποθετήσω κάμερες στις εγκαταστάσεις μου;
Έως τις 25-5-2018, για να εγκαταστήσει κανείς σύστημα βιντεοεπιτήρησης έπρεπε να έχει γνωστοποιήσει στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων συγκεκριμένο έντυπο με πλήρη περιγραφή του. Από τις 25-5-2018 τέθηκε σε εφαρμογή ο Ευρωπαϊκός Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (GDPR), ο οποίος κατάργησε τις γνωστοποιήσεις και τις άδειες που εξέδιδε η Αρχή, πλην όμως απαιτεί από τους υπεύθυνους επεξεργασίας (επιχειρήσεις ή φορείς) να αυτοελέγχονται και να είναι σε θέση να αποδεικνύουν τεκμηριωμένα σε κάθε έλεγχο που θα τους γίνει, ότι είναι σύννομοι.
Tα τελευταία χρόνια, η κοινωνία στην οποία διαβιούμε ως πολίτες, έχει κατακλυστεί σε μεγάλο βαθμό από κάθε είδους εγκληματίες, οι οποίοι προβαίνουν σε εγκληματικές πράξεις εις βάρος συνανθρώπων μας και περιουσιών. Οι πολίτες, στο άκουσμα τέτοιων ειδήσεων σε καθημερινή πλέον κλίμακα, ανησυχούν έντονα και αναζητούν τρόπους προστασίας της σωματικής τους ακεραιότητας και της περιουσίας τους, μπροστά στο ενδεχόμενο μιας τέτοιας απειλής. Για τους λόγους αυτούς, μεταξύ άλλων ενεργειών, προβαίνουν στην τοποθέτηση καμερών, τόσο στην οικία τους όσο και στον χώρο εργασίας τους.
Το ερώτημα το οποίο θα απασχολήσει το παρόν άρθρο είναι το πότε είναι νόμιμη η τοποθέτηση των καμερών στους ανωτέρω χώρους.
Τα μέρη στα οποία τοποθετούνται συνήθως κάμερες ή άλλως συστήματα βιντεοεπιτήρησης, πλην των δημόσιων χώρων (άρθρο 14 παρ. 1 Ν. 3917/2011), είναι το εσωτερικό μιας κατοικίας, η είσοδος μιας κατοικίας, η είσοδος μιας πολυκατοικίας, ο εσωτερικός χώρος ενός καταστήματος ή ενός γραφείου, η είσοδος μιας επιχείρησης κ.ά.
Το αν η τοποθέτηση καμερών στα ανωτέρω μέρη είναι νόμιμη, αποτελεί ερώτημα που απασχολεί σχεδόν καθημερινά τους πολίτες. Στο ερώτημα αυτό έχει ήδη δώσει απαντήσεις η Εθνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), η οποία καλείται πολλές φορές να επιβάλει κυρώσεις σε όσους παραβιάζουν τον Νόμο και δεν συμμορφώνονται με τις υποδείξεις της.
Οι ανωτέρω απαντήσεις της Εθνικής Αρχής διέπονται από τον ευρωπαϊκό γενικό κανονισμό προστασίας προσωπικών δεδομένων (ΓΚΠΔ) (2016/679 ΕΕ), γνωστός πλέον και ως GDPR, ο οποίος ήδη έχει τεθεί σε ισχύ από τις 25 Μαΐου 2018, όσο και ο εθνικός νόμος 4624/2019, ο οποίος τροποποίησε τον νόμο 2472/1997.
Πότε είναι νόμιμη η τοποθέτηση κάμερας στην είσοδο ενός διαμερίσματος;
Καταρχήν, για να είναι νόμιμη η τοποθέτηση στην είσοδο ενός διαμερίσματος, η κάμερα δεν θα πρέπει να καταλαμβάνει εικόνα πέραν της εισόδου. Η απάντηση έχει δοθεί και με την υπ’ αριθμ. 5/2017 γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων με βάση την κείμενη νομοθεσία, αλλά και την υπ’ αριθμ. 1/2011 οδηγία της. Ειδικότερα, η εμβέλεια της κάμερας θα πρέπει να καταλαμβάνει μόνο τον απολύτως απαραίτητο χώρο μπροστά από τη θύρα εισόδου του διαμερίσματος του ενδιαφερομένου, χωρίς να επηρεάζονται σε καμία περίπτωση άλλα διαμερίσματα και επιπρόσθετα να μην λαμβάνεται επ’ ουδενί εικόνα από λοιπούς κοινόχρηστους χώρους, αλλά και να μην επηρεάζεται η είσοδος των διερχομένων προσώπων σε άλλα διαμερίσματα ή η διέλευσή τους προς αυτά. Σε διαφορετική περίπτωση, η τοποθέτηση αυτή θα θεωρείται παράνομη. Το ίδιο ισχύει για την τοποθέτηση συστήματος βιντεοεπιτήρησης στην είσοδο καταστήματος ή εταιρείας.
Έχει το δικαίωμα κάποιος να τοποθετήσει κάμερα εντός της κατοικίας του;
Όπως απαντά και η Εθνική Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, εάν οι κάμερες καταγράφουν αποκλειστικά δικό του ιδιωτικό χώρο, τότε δεν εφαρμόζεται η νομοθεσία για τα προσωπικά δεδομένα, οπότε και δεν έχει τις σχετικές υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή. Ωστόσο, σημειώνεται ότι απαγορεύεται να λαμβάνει εικόνα με την κάμερα του από εξωτερικό δημόσιο χώρο (π.χ. δρόμο ή πεζοδρόμιο).
Μπορεί να τοποθετηθεί κάμερα σε κοινόχρηστους χώρους ή στην είσοδο της πολυκατοικίας για την ασφάλεια των ανθρώπων που κατοικούν εκεί;
Η απάντηση δίδεται αυτολεξεί από τη διαδικτυακή διεύθυνση της Εθνικής Αρχής (ΑΠΔΠΧ). Σύμφωνα με την οδηγία 1/2011 απαιτείται απόφαση του οργάνου που είναι αρμόδιο για τη διαχείριση της πολυκατοικίας (π.χ. Γενική Συνέλευση ιδιοκτητών, όπως αυτή ορίζεται στον κανονισμό της πολυκατοικίας, με ποσοστά ανά ιδιοκτησία κ.λπ.) (βλ. άρθρο 15 της Οδηγίας 1/2011). Αν ο κανονισμός της πολυκατοικίας προβλέπει ήδη την εγκατάσταση του συστήματος βιντεοεπιτήρησης, τότε απλά ακολουθείται ό,τι ορίζεται στον κανονισμό, χωρίς να απαιτείται απόφαση της Γ.Σ.
Αν δεν προβλέπεται από τον κανονισμό της πολυκατοικίας η εγκατάσταση, απαιτείται συναπόφαση των 2/3 των ενοίκων. Αυτό σημαίνει ότι οι ένοικοι θα εκφράσουν γνώμη μόνο για το αν επιθυμούν ή όχι τη λειτουργία του συστήματος βιντεοεπιτήρησης. Επισημαίνεται ότι για τη λήψη της απόφασης αυτής σε κάθε (κατοικημένο) διαμέρισμα αναλογεί μία ψήφος.
Μόνο κατόπιν της θετικής γνώμης των ενοίκων, δίνεται η δυνατότητα στη Γ.Σ. της πολυκατοικίας να αποφασίσει για την εγκατάσταση.
Παραδείγματα:
i. Η Γ.Σ. της πολυκατοικίας ψηφίζει ομόφωνα (100%) υπέρ της εγκατάστασης συστήματος βιντεοεπιτήρησης, αλλά από τους 20 ενοίκους, μόνο οι 13 συμφωνούν (ποσοστό μικρότερο των 2/3), ενώ οι 7 διαφωνούν. Τότε δεν μπορεί να εγκατασταθεί σύστημα βιντεοεπιτήρησης.
ii. Η Γ.Σ. της πολυκατοικίας ψηφίζει με 55% για την τοποθέτηση, και πάνω από τα 2/3 των ενοίκων επιθυμούν την τοποθέτηση. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να εγκατασταθεί σύστημα βιντεοεπιτήρησης (εφόσον στον κανονισμό αποφάσεις για τέτοια θέματα λαμβάνονται με πλειοψηφία 50% + 1).
Πότε είναι νόμιμη η τοποθέτηση κάμερας σε χώρο εργασίας;
Για να είναι νόμιμη η τοποθέτηση αυτή, οι κάμερες δεν θα πρέπει να εστιάζουν σε πρόσωπα και συμπεριφορές. Εάν οι κάμερες εστιάζουν στους ανωτέρω και επομένως παρακολουθούνται τα πρόσωπα αυτά, καθώς και οι συμπεριφορές τους, η αρχή προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα έχει αποφανθεί με την υπ’ αριθμ. 1/2011 οδηγία της (άρθρο 7) ότι η ανωτέρω τοποθέτηση με τον σκοπό αυτό είναι παράνομη.
Ειδικότερα, (Άρθρο 7 – Απαγόρευση επιτήρησης στους χώρους εργασίας) η εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας έχει ιδιαίτερη σημασία στις περιπτώσεις λειτουργίας συστημάτων βιντεοεπιτήρησης σε χώρους εργασίας. Το σύστημα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την επιτήρηση των εργαζομένων εντός των χώρων αυτών, εκτός από ειδικές εξαιρετικά περιπτώσεις όπου αυτό δικαιολογείται από τη φύση και τις συνθήκες εργασίας και είναι απαραίτητο για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων ή την προστασία κρίσιμων χώρων εργασίας (π.χ. στρατιωτικά εργοστάσια, τράπεζες, εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου).
Εξάλλου, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 20/2017 απόφαση της ΑΠΔΠΧ «η βιντεοεπιτήρηση των γραφείων και των θέσεων εργασίας των εργαζομένων συνιστά υπέρµετρη προσβολή των προσωπικών τους δεδομένων, ενώ αποτελεί απρόσφορο και αναποτελεσματικό μέτρο για την προστασία του εξοπλισμού από κλοπή ή την ασφαλή επεξεργασία των τηρούμενων προσωπικών δεδομένων, όπως αναλύθηκε στο σκεπτικό αυτής».
Για παράδειγμα, σε έναν τυπικό χώρο γραφείων επιχείρησης, η βιντεοεπιτήρηση πρέπει να περιορίζεται σε χώρους εισόδου και εξόδου, χωρίς να επιτηρούνται συγκεκριμένες αίθουσες γραφείων ή διάδρομοι. Εξαίρεση µπορεί να αποτελούν συγκεκριμένοι χώροι, όπως ταμεία ή χώροι µε χρηματοκιβώτια, ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισµό κ.λπ., υπό τον όρο ότι οι κάµερες εστιάζουν στο αγαθό που προστατεύουν κι όχι στους χώρους των εργαζομένων.
Πρέπει η εγκατάσταση συστήµατος βιντεοεπιτήρησης να γνωστοποιείται στην Εθνική Αρχή (ΑΠΔΠΧ);
Η υποχρέωση αυτή έχει παύσει πλέον να ισχύει ύστερα από την έναρξη ισχύος του γενικού κανονισμού προστασίας προσωπικών δεδομένων (GDPR), αρκεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων να λαμβάνει όλα εκείνα τα κατάλληλα οργανωτικά και τεχνικά µέτρα για το απόρρητο και την ασφάλεια των δεδοµένων, καθώς και για την προστασία τους από κάθε µορφή αθέµιτης επεξεργασίας. Να ενηµερώνει, πριν ένα πρόσωπο εισέλθει στην εµβέλεια του συστήµατος βιντεοεπιτήρησης, µε τρόπο εµφανή και κατανοητό, ότι πρόκειται να εισέλθει σε χώρο που βιντεοσκοπείται. Προς τούτο, πρέπει να αναρτώνται σε επαρκή αριθµό και εµφανές σημείο ευδιάκριτες πινακίδες, όπου θα αναγράφεται το πρόσωπο για λογαριασµό του οποίου γίνεται η βιντεοσκόπηση (υπεύθυνος επεξεργασίας), ο σκοπός, καθώς και το άτοµο µε το οποίο οι ενδιαφερόµενοι µπορούν να επικοινωνήσουν για να ασκήσουν τα δικαιώµατα που ο ν. 2472/1997 αναγνωρίζει στο υποκείµενο των δεδοµένων, όπως άλλωστε προβλέπει πλέον και ο ΓΚΠΔ.
Από την άλλη πλευρά, το άτομο το οποίο εκτίθεται στην κάμερα ή άλλως το υποκείµενο των δεδοµένων, έχει δικαίωµα πρόσβασης στα δεδοµένα του συστήµατος βιντεοεπιτήρησης που το αφορούν και ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται (άρθρο 13 της οδηγίας) να χορηγεί αντίγραφο του τµήµατος της εγγραφής σήµατος εικόνας όπου έχει καταγραφεί το υποκείμενο των δεδομένων ή έντυπη σειρά στιγµιοτύπων από τις καταγεγραµµένες εικόνες ή, αναλόγως, να ενημερώσει εγγράφως το ενδιαφερόµενο πρόσωπο µέσα στην ίδια χρονική διορία είτε ότι δεν απεικονίζεται είτε ότι το σχετικό τµήµα της εγγραφής έχει καταστραφεί.
Επίσης, το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να προβάλλει αντιρρήσεις για την επεξεργασία της εικόνας του από το σύστημα βιντεοεπιτήρησης και να απαιτήσει τη διαγραφή ή τη δέσµευση (κλείδωµα) των δεδοµένων. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν συμμορφωθεί, τότε έχει το δικαίωμα να προσφύγει στην αρχή προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) και να καταγγείλει την ανωτέρω παράνομη συμπεριφορά, δεδομένου ότι πραγματοποιείται χωρίς τη ρητή του συγκατάθεση.